Κοινώς την έκανα...
Εγώ φτωχή γεννήθηκα
με πλούτη θε να πεθάνω
την τύχη μου σα βρήκα χθες
στο φαγητό μου επάνω.
Μια φίλη με προσκάλεσε
για ένα μισαωράκι
στο ουζερί του γείτονα
να πιούμε κανά ουζάκι.
Μικρός μεζές της θάλασσας
μοιρασμένος σε δύο πιάτα
με όστρακα απλώθηκε
μπρος στα πεινασμένα μάτια.
Στρειδόχτενο παράνομο
εντούτοις σερβιρισμένο
ο βουτηχτής κι ο αγοραστής
Ελλάδος κατεστημένο...
Ανοίγω, βλέπω, τι να δω;
Χριστέ μου και Παναγία μου!
Του βυθού μαργαριτάρια
φώναζαν πως είν' δικά μου.
Τήρησα σιγήν ιχθύος
μη με πάρουνε και πρέφα
έκρυψα το θησαυρό μου
σε μια τσέπη στη ζακέτα.
Πώς δεν τα 'φαγα η καημένη
πώς δεν έσπασα τα δόντια
να 'χα πέρλες στα νεφρά μου
κολικούς σαν τα γερόντια.
Η μοίρα μου το ήθελε
το σύμπαν συνωμοτούσε
το θησαυρό της θάλασσας
για 'μενα τον κρατούσε.
Δεν ήταν ένα ούτε δύο
αλλά εφτά κομμάτια
που λαμπυρίζαν στην καρδιά
της φτώχειας μου παλάτια.
Στον άντρα μου κουβέντα
ούτε και στα παιδιά μου
με τις πέρλες υπό μάλης
πήρα των ομματιών μου...
Μία φωνή απόκοσμη
απ' του στρειδιού τα βάθη
μου φώναξε, με διέταξε:
" Άρον τις πέρλες σου και περιπάτει "
#TsamakiPoems
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου